η ταυτότητά μας

η ταυτότητά μας

Παρασκευή 2 Μαΐου 2014

Μια πόλη μαγική

 Χρονογράφημα:Τάκης Δημητρακόπουλος

Σαν από παλιά ασπρόμαυρη φωτογραφία ξεπηδούν και ζωντανεύουν χρόνια περασμένα . 
Στην πόλη που μέσα της γεννήθηκα και έζησα , στην πόλη που αγάπησα και αγαπώ και που δεν την ''χόρτασα'' ποτέ ούτε και πρόκειται ελπίζω...
 Στην πόλη που ''βιάστηκε'' όσο καμιά .
 Ετούτος ο έρωτας είναι σαν το αλμυρό νερό που όσο κι αν πιεις δεν ξεδιψάς . 
Εύχομαι έτσι να την αγαπήσετε όσο της αξίζει...
 Σε μια λαική γειτονιά της θέλω να σας μεταφέρω κάμποσα χρόνια πίσω στο παρελθόν .

Στα σπιτάκια εκείνα με τις ασβεστομένες μάντρες που μοσχοβολούσαν ... 

Χίλια αρώματα και χρώματα άλλα χίλια κι όταν κυλούσε η μέρα γέμιζε μουσικές .''Μοσχοβολούν'' οι γειτονιές βασιλικό κι ασβέστη τραγουδούσε η φωνή του Στέλιου , εκεί ''επαιζαν''τον έρωτα κρυφά τα παιδιά εκεί ''ντύνονταν'' το άσπρο νυφικό τους οι κοπελιές που πλένονταν στο φτωχοπλυσταριό .
 Εκεί ευωδίαζε ο βασιλικός το αγιόκλημα εκεί ο κατηφές κι η πασχαλιά . 

Εκεί κυλούσαν οι μέρες άλλοτε χαρωπές άλλοτε θλιμένες κι ο τίμιος ιδρώτας μύριζε μόχθο κι ελπίδα για το ''γύρισμα'' του κόσμου που όλο ερχόταν κι όλο αργούσε ...

 
Είδα μάνες δακρυσμένες να περιμένουν ένα γράμμα και να κλαίνε κρυφά από χαρά όταν το έφερνε ο ταχυδρόμος που πάντα είχαν κάτι να τον ''φιλέψουν'' Μύριζαν ακόμη κι οι εποχές τότε κάθε μια με τα δικά της αρώματα , κι ήταν το λιγοστό ψωμί γλυκό ακόμη κι όταν τίποτα δεν το ''συμπλήρωνε''. 
Κάναν ''γειτονιά'' το σούρουπο οι γυναίκες κι οι άντρες ξεκουράζονταν σε μια από τις ταβέρνες της . 

Αμπάριζα κρυφτό κυνηγητό κλέφτες και αστυνόμους τ' αγόρια τα κορίτσια κάτω από το βλέμμα της μάνας η του αδερφού σκιρτούσαν και ριγούσαν στο πρώτο ''χτύπημα'' του έρωτα ... αργότερα ''γέμιζε'' η γειτονιά τραγούδια λαικά γεμάτα καυμό καρδιές πληγωμένες τότε έμαθα για το πικρό ψωμί της ξενητιάς για τις φάμπρικες της ''κλέφτρας'' των παληκαριών τις στοές του Βελγίου .
 Έτσι αγάπησα τους λαικούς ποιητές κι αργότερα όλους τους μεγάλους παλιούς και νεότερους .
 Αργότερα δεν ξέρω αν κι εσείς κατάλαβα πόσα χρωστάμε όλοι εμείς στον Μίκη και σε όλους όσους ''έντυσαν'' με μουσικές τα μεγάλα ποιήματα . 

Ποιόν να θυμηθώ χωρίς άλλον η άλλους να αδικήσω αν ξεχάσω 
... 
Αυτό το αφήνω σ' εσάς θυμηθείτε τους τραγουδώντας θ' αναγαλιάσει η ψυχή θα ψηλώσει ο νους , θ' αλλάξει χρώμα η ζωή έστω για λίγο, και που ξέρετε ίσως γίνει θύελλα και οργή και θυμός κι αλλάξει ετούτος ο κόσμος και γίνει όπως μας αξίζει γιατί σε τέτοιο κόσμο σαν αυτόν που θέλουν να ''φιάξουν'' για μας δεν τους αξίζει χώρος .